- ἀνθοκομῶν
- ἀνθοκομέωproduce flowerspres part act masc nom sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀνθοκόμων — ἀνθοκόμος decked with flowers masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πελαργόνιο — και πελαργόνι, το (θοτ.) γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής τάξης γερανιώδη, οικογένεια γερανιίδες, το οποίο περιλαμβάνει 250 περίπου είδη πολυετών ποωδών ή θαμνωδών φυτών στα οποία ανήκουν και τα «γεράνια» τών ανθοκόμων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια … Dictionary of Greek
Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… … Dictionary of Greek